Παρέμβαση του Οργανωτικού Γραμματέα της ΠΕΦ και του ΣΦΑ στη δημόσια διαβούλευση για την επαναφορά των Λατινικών στις Πανελλήνιες
Την Κυριακή, 3 Μαΐου 2020, ο Οργανωτικός Γραμματέας της ΠΕΦ και του ΣΦΑ, κ. Τάσος Χατζηαναστασίου (Δρ. Ιστορίας), συμμετείχε με κείμενό του στη δημόσια διαβούλευση για την επαναφορά των Λατινικών ως πανελλαδικά εξεταζόμενου μαθήματος.
Ο κ. Χατζηαναστασίου με νηφαλιότητα και σεβόμενος και την άποψη των συναδέλφων Κοινωνιολόγων, επιχειρηματολογεί εύστοχα για τη σημασία των Λατινικών και, γενικά, της κλασικής παιδείας.
Ακολουθεί το κείμενό του:
Ο κ. Χατζηαναστασίου με νηφαλιότητα και σεβόμενος και την άποψη των συναδέλφων Κοινωνιολόγων, επιχειρηματολογεί εύστοχα για τη σημασία των Λατινικών και, γενικά, της κλασικής παιδείας.
Ακολουθεί το κείμενό του:
Η σε πανελλαδικό επίπεδο εξέταση των Λατινικών δεν έπρεπε να έχει καταργηθεί και η αποκατάστασή τους έπρεπε να έχει συντελεστεί από τον περσινό Ιούλιο. Έτσι θα είχε αποφευχθεί όλη αυτή η αναστάτωση και η εν πολλοίς άγονη αντιπαράθεση με τους συναδέλφους Κοινωνιολόγους. Συμμερίζομαι την αγωνία τους για την τύχη του κλάδου και τις ώρες μαθημάτων, όπως και πολλά από τα επιχειρήματά τους για την ωφελιμότητα και όχι την «χρησιμότητα» του μαθήματος. Για τον λόγο αυτό υποστηρίζω ότι πρέπει να είναι μάθημα Γενικής Παιδείας όπως εξάλλου και η Φιλοσοφία. Κι αυτό αποκατάσταση θα είναι ενός μαθήματος που δύσκολα μπορεί να εξεταστεί σε πανελλήνιες εξετάσεις χωρίς να διαστραφεί σε στείρα αποστήθιση προκατασκευασμένων απαντήσεων που δεν επιτρέπει την αμφισβήτηση, τη χρήση άλλης βιβλιογραφίας, τον κριτικό αναστοχασμό, όπως απαιτεί το αντικείμενο. Δε συμμερίζομαι εξάλλου μια τεχνοκρατική αντίληψη που διακρίνει τα μαθήματα σε «πρακτικά χρήσιμα» και δήθεν άχρηστα ή ακόμη χειρότερα σε «ξεπερασμένα» και δήθεν «παρωχημένα», όπως συχνά χαρακτηρίζονται οι κλασικές σπουδές. Πολύ συνοπτικά και κωδικοποιημένα θα πω ότι είμαστε οι άμεσοι κληρονόμοι ενός σπουδαίου πολιτισμού κι ότι έχουμε χρέος προς όλον τον κόσμο, να καλλιεργήσουμε και να αναδείξουμε τα βασικά του στοιχεία. Είναι ένα συγκριτικό μας πλεονέκτημα που θα επιτρέψει στη χώρα να καταστεί διεθνές κέντρο κλασικών σπουδών κι αυτό αποτελεί ένα αναπτυξιακό όραμα. Τα Λατινικά, όπως και τα Αρχαία Ελληνικά, που επίσης έχουν υποβαθμιστεί και πρέπει να αποκατασταθεί το κύρος τους, αποτελούν κομμάτι αυτού του πολιτισμού, όπως επίσης και του Ευρωπαϊκού αλλά και μεγάλου μέρους του παγκόσμιου πολιτισμού. Η εκμάθησή τους δεν αφορά επομένως μόνον τους κλασικούς φιλολόγους, αλλά κάθε καλλιεργημένο άνθρωπο και κάθε συγκροτημένο πολίτη που θέλει να κατανοεί και να μην παπαγαλίζει εκφράσεις του καθημερινού λόγου (mea culpa, a priori, de facto, moratorium, tabula rasa κ.ά.), της διπλωματίας και της πολιτικής (casus belli, erga omnes κ.ά.), του επεξεργασμένου λόγου γενικότερα (mutatis mutandis, persona non grata, ex officio, in extremis, post mortem κ.ά.). Το ίδιο ισχύει και για όσους ασχολούνται με τις φυσικές επιστήμες καθώς η ορολογία είναι κατεξοχήν λατινική. Θα ήταν δε κοινοτοπία να επισημάνω τη συμβολή τους στη βαθύτερη κατανόηση και εκμάθηση των περισσοτέρων ευρωπαϊκών γλωσσών. Τέλος, ο μόχθος που προϋποθέτει η εκμάθησή τους είναι πολλαπλά ωφέλιμος για την άσκηση στην πνευματική πειθαρχία και τη μελέτη καθεαυτή όπως επισημαίνει με οξυδέρκεια ο Αντόνιο Γκράμσι (Τετράδια Φυλακής), τον οποίον υποτίθεται ότι μελετούν και τις απόψεις του ασπάζονται οι υπεύθυνοι για τον εξοβελισμό του μαθήματος. Είναι, όμως πάν’απ’όλα στοιχείο πολιτισμού, μία από τις σημαντικότερες κατακτήσεις του…Homo sapiens.